.

Η διατροφή σε ασθενείς με καρκίνο  

Ένα ευαίσθητο θέμα που πρέπει να αφορά και τους ογκολόγους

Bάσει των νεότερων δεδομένων, η διατροφή έχει και έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην αποτροπή ανάπτυξης και εξάπλωσης του 

καρκίνου, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και στην ελάττωση των παρενεργειών της φαρμακευτικής θεραπείας ενώ φαίνεται να βελτιώνει σημαντικά τη ποιότητα ζωής των ασθενών με καρκίνο.

Έτσι, η διατροφή φαίνεται να εμπλέκεται σε όλα τα στάδια ανάπτυξης και αντιμετώπισης του καρκίνου αποτελώντας έναν από τους βασικότερους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τη ποιότητα ζωής του καρκινοπαθούς.

Παρόλα αυτά, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, τόσο οι ογκολόγοι όσο και άλλοι επαγγελματίες στον τομέα της υγείας που εμπλέκονται στη θεραπεία των ασθενών με καρκίνο φαίνεται να παραμελούν τα διατροφικά προβλήματα, σε ότι αφορά την αξιολόγηση, την ενημέρωση ή τη διόρθωση τους.

Αυτό οδήγησε τον Ευρωπαϊκό σύλλογο καρκινοπαθών (European Cancer Patient Coalition: ECPC) στη δημοσίευση της “Διακύρηξης

των διατροφικών δικαιωμάτων ” των καρκινοπαθών (Cancer Patient’s Nutritional Bill of Rights), η οποία παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες το Νοέμβριο του 2017.

Η συγκεκριμένη διακήρυξη βασίστηκε και στις πρόσφατα ενημερωμένες ευρωπαϊκές οδηγίες για την παρεντερική και την εντερική διατροφή ασθενών με καρκίνο.

Διατροφή: μια μεγάλη ανησυχία για τους ασθενείς με καρκίνο και τις οικογένειές τους

Η διατροφή αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα για τους περισσότερους ασθενείς με καρκίνο και τις οικογένειές τους και στην καθημερινή μας πρακτική μας οδηγεί συχνά σε συζητήσεις προβληματισμού και αμφιβολιών σχετικά με την κατάλληλη διατροφική καθοδήγηση.

Πολλοί ασθενείς ανησυχούν όταν διαπιστώνουν απώλεια όρεξης ή βάρους, ενώ τα συγγενικά τους πρόσωπα συνήθως, διατυπώνουν ακόμα μεγαλύτερες ανησυχίες , καθώς η απώλεια βάρους είναι για πολλούς συνώνυμο ενός προχωρημένου, τελικού σταδίου καρκίνο.  Για όλους υπάρχει συχνά σε αυτές τις περιπτώσεις, ένας υποκείμενος “σιωπηλός” φόβος: ότι έχει χαθεί ο έλεγχος και ο καρκίνος εξαπλώνεται ραγδαία. Από την άλλη, όλοι σκέφτονται ότι η διατροφή είναι ένας παράγοντας που δυνητικά μπορούν να επηρεάσουν με δικές τους, απλές παρεμβάσεις.

Τα μέλη της οικογένειας, στο στενό περιβάλλον του ασθενούς, συχνά αντιλαμβάνονται τη διατροφή ως μέσω ενίσχυσης και ανάκαμψης ενώ πιστεύουν ότι η αυξημένη πρόσληψη τροφής θα αυξήσει το βάρος και συνεπώς θα παρατείνει τη διάρκεια ζωής, πιέζοντας τον ασθενή να φάει και προκαλώντας ένταση και συγκρούσεις στο εσωτερικό της οικογένειας.

Έτσι, και το στενό οικογενειακό περιβάλλον έχει ανάγκη πληροφόρησης και καθοδήγησης σχετικά με τη διατροφή ώστε να βεβαιωθούν ότι προσφέρουν την καλύτερη δυνατή φροντίδα στους αγαπημένους τους.

Δυστυχώς, η σωστή πληροφόρηση εξακολουθεί να μην δίνεται από τους ογκολόγους, παρά το γεγονός ότι είναι βασικό δικαίωμα των ασθενών.

Η έλλειψη καθοδήγησης από τον θεράποντα ιατρό, οδηγεί συχνά σε αμφιλεγόμενες και λανθασμένες στρατηγικές αυτοδιαχείρισης. Μια διατροφική προσέγγιση συνεχόμενης πίεσης και επιβολής λήψης τροφής μάλλον είναι αντιπαραγωγική φέρνοντας τα αντίθετα αποτελέσματα.

Επιπλέον, πολλοί θα στραφούν σε “εναλλακτικές” προσεγγίσεις με βότανα, συμπληρώματα διατροφής, υψηλές δόσεις βιταμινών και άλλα πολλά, ενώ είναι ιδιαίτερα συχνό το φαινόμενο κάποιοι να απευθύνονται σε “ειδικούς” μέσω φίλων και γνωστών ή μέσω κάποιας διαφήμισης στο διαδίκτυο, οι οποίοι τις περισσότερες φορές έχουν πλήρη άγνοια της βιολογίας του καρκίνου, του τρόπου αντιμετώπισης του και της επίδρασης που μπορεί να έχει η διατροφή στο νόσημα, επιδεινώνοντας έτσι τη πορεία του ασθενούς

Επίσης, υπάρχει μια συνεχώς αναπτυσσόμενη διαδικτυακή προώθηση “εναλλακτικών” μεθόδων διατροφής, που δεν υποστηρίζονται από επιστημονικά στοιχεία και που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεπαρκή πρόσληψη θρεπτικών συστατικών και θερμίδων επιταχύνοντας

την εμφάνιση καχεξίας ενώ μπορεί να παρουσιάσουν σημαντική αλληλεπίδραση με τη φαρμακευτική αγωγή προκαλώντας σημαντικές παρενέργειες ή μειώνοντας τη αποτελεσματικότητα των φαρμάκων.

Ένα ιδιαίτερο ζήτημα παρατηρείται και με τις διατροφικές προσεγγίσεις της διαλειμματικής νηστείας και της κετογονικής διατροφής, οι οποίες παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τα δεδομένα και τα αποδεικτικά στοιχεία, μέσα από μελέτες, ότι βελτιώνουν τόσο την

αποτελεσματικότητα της θεραπείας όσο και την εμφάνιση και την ένταση των παρενεργειών της, παρόλα αυτά, ο τρόπος εφαρμογής

τους και η σωστή επιλογή των ασθενών θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την επιτυχία ή την αποτυχία όσον αφορά τα επιθυμητά αποτελέσματα αλλά σε περιπτώσεις λανθασμένης εφαρμογής τα αρνητικά επακόλουθα μπορεί να επιδεινώσουν δραματικά ακόμα και την επιβίωση των ασθενών.

Η εμπειρία μας με ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο και κυρίως αυτών που παρουσιάζουν καρκινική καχεξία, μας βοηθά να αναγνωρίσουμε τις βασικές τους ανάγκες σε ότι αφορά τη διατροφική τους κατάσταση:

  • Η αναγνώριση από τον ογκολόγο τους η απώλεια βάρους.
  • Να τους δοθούν πληροφορίες σχετικά με την απώλεια βάρους και τους λόγους που οδηγούν σε αυτή.
  • Να προχωρήσουμε σε θεραπευτικές παρεμβάσεις για την έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπισή.

Οι ασθενείς αναζητούν τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς ανάπτυξης της καχεξίας και της πιθανώς αρνητικής επίδρασης της στη ποιότητα και τη διάρκεια της ζωής τους.

Εφόσον η διατροφή είναι τόσο σημαντική για τους ασθενείς με καρκίνο, γιατί οι ογκολόγοι φαίνεται να την παραμελούν;

Παρά το γεγονός ότι οι ογκολόγοι αναγνωρίζουν συνήθως την επίδραση του υποσιτισμού και της καχεξίας στους ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο αλλά και στο σύνολο της οικογένειάς τους, η αντιμετώπιση αυτού του συνδρόμου επηρεάζεται σημαντικά από μια κουλτούρα αποφυγής και υπέρμετρη υπεράσπιση του “Δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα…”.

Το στενό οικογενειακό περιβάλλον των ασθενών με καρκίνο έχει πολλές φορές την αίσθηση της ανικανότητας στο να παρέμβει αποτελεσματικά ενώ συχνά μπορεί να αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι από τον θεράποντα ιατρό τους, διατυπώνοντας συνήθως εκφράσεις όπως “... κανείς δεν νοιάζεται…, κανείς δεν ασχολήθηκε με το πρόβλημα αυτό  ..., κανείς δεν ενδιαφέρεται να μας βοηθήσει , ... πρέπει να το αντιμετωπίσουμε μόνοι μας ... ". Αυτές οι εκφράσεις απεικονίζουν την αίσθηση της απομόνωσης και της απόγνωσης ενώ αναδεικνύουν ξεκάθαρα ότι η οι συνέπειες της κακής θρέψης αφορούν ολόκληρη την οικογένεια.

Ο βασικός έλεγχος της διατροφικής κατάστασης δεν πραγματοποιείται ποτέ από τους ογκολόγους. Αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος για τη διατροφική κατάσταση του ασθενούς, όπως ανέδειξε μια έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο που διεξήχθη μεταξύ των ειδικευμένων ιατρών σε θέματα ογκολογίας, οφείλεται προφανώς στην έλλειψη εκπαίδευσης, γνώσεων, ενημέρωσης για τις κατευθυντήριες οδηγίες και χρόνου.

Οι περισσότεροι ογκολόγοι αποφεύγουν συστηματικά να ξεκινήσουν μια συζήτηση που να αφορά τη διατροφή.

Άλλοι απλά χρησιμοποιούν μια απλούστατη προσέγγιση τύπου “μπορείτε να φάτε ό, τι θέλετε” προσπαθώντας να αποφύγουν μια εις βάθος συζήτηση γύρω από τη διατροφή ή αποφεύγοντας να μπουν ανάμεσα στον ασθενή και στους οικείους του όταν αυτοί εκφράζουν την ανησυχία τους: “γνωρίζει ότι θα έπρεπε να τρώει περισσότερο…”, “κάνω ό, τι μπορώ για να τον κάνω να φάει…”, “πρέπει να σταματήσει να χάνει βάρος…”, “έχει εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια…”.

Οι κλινικοί ογκολόγοι συχνά βρίσκονται σε σύγχυση λόγω των αντικρουόμενων δεδομένων που βρίσκει κανείς στη διεθνή βιβλιογραφία και τις μελέτες. Σήμερα, ωστόσο, μπορούν να βασίζονται στις διαθέσιμες ενημερωμένες διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες για τη διατροφική υποστήριξη των ασθενών με καρκίνο. Αυτές απλοποιούν τη πολυπλοκότητα των αποτελεσμάτων των ερευνών και τα ενσωματώνουν στη καθημερινή κλινική πράξη.

Οι σύγχρονες κλινικές κατευθυντήριες οδηγίες βασίζονται σε δεδομένα από τις πιο πρόσφατες μελέτες, είναι διατυπωμένες από ειδικούς της διατροφής για ασθενείς με καρκίνο και χρησιμεύουν σε μια τυποποιημένη προσέγγιση της διάγνωσης και της θεραπείας των διατροφικών διαταραχών και επομένως της φροντίδας για τον ασθενή.

Τι πρέπει να αλλάξουν οι ογκολόγοι σε ότι αφορά τη διατροφική προσέγγιση;

Λαμβάνοντας υπόψη τις υπάρχουσες κατευθυντήριες οδηγίες αλλά και τις απαιτήσεις και προσδοκίες των ασθενών, γίνεται σαφές ότι οι ογκολόγοι θα πρέπει να ενδιαφερθούν περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν για τη διατροφική κατάσταση των ασθενών τους.

Για τους περισσότερους από εμάς, ίσως η καλύτερη διατροφική συμβουλή είναι να προτείνουμε μια υγιεινή μεσογειακή διατροφή. Αυτό, αν και κατά κάποιο τρόπο σωστό, δεν μπορεί ισχύει και για τις ειδικές ανάγκες και περιπτώσεις όλων των ασθενών με καρκίνο που υποβάλλονται σε θεραπείες:

Πρέπει να μάθουμε να προσεγγίζουμε τη διατροφή στον καρκινοπαθή προσαρμόζοντας την ξεχωριστά

σε κάθε ασθενή και νόσημα που αντιμετωπίζουμε

Η σύγχρονη ογκολογία θέτει ως πρωταρχικό στόχο την ταυτόχρονη θεραπεία τόσο της ασθένειας όσο και των συμπτωμάτων της.

Και πράγματι, πολλές μελέτες αναδεικνύουν τη θετική επίδραση της έγκαιρης υποστηρικτικής φροντίδας τόσο στην ποιότητα ζωής όσο και στα θεραπευτικά αποτελέσματα.

Παρ 'όλα αυτά, στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι τα συμπτώματα στους περισσότερους ασθενείς υποτιμούνται και υποθεραπεύονται.

Έχουμε καταφέρει να ενσωματώσουμε με επιτυχία τον έλεγχο του πόνου αλλά και άλλων συμπτωμάτων στη καθημερινή μας πρακτική.

Με τα νέα δεδομένα που έρχονται στο φως, είναι ώρα να γίνει κάτι ανάλογο και με τη διατροφική φροντίδα των ασθενών που πάσχουν από ένα τόσο ιδιαίτερο νόσημα όπως ο καρκίνος και να προσαρμόσουμε στους ασθενείς μας τις σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες.

Όλες οι πιθανές εκδοχές της διατροφικής διαταραχής στους καρκινοπαθείς πρέπει να ληφθούν υπόψη, συμπεριλαμβανομένων των ψυχολογικών αλλαγών που προφανώς θα επηρεάσουν τις διατροφικές συνήθειες.

Οι ογκολόγοι επομένως καλούνται να αξιολογήσουν όλα αυτά τα ζητήματα και να παραπέμψουν τους ασθενείς στον κατάλληλο ειδικό για την κατάλληλη αντιμετώπιση. Ως εκ τούτου, χρειάζεται κυρίως να γνωρίζουν την πολυπλοκότητα του διατροφικού προβλήματος στους ασθενείς με καρκίνο.