.

Σε αυτή τη σελίδα:

Η θεραπεία για τον καρκίνο του παχέος εντέρου

-Πώς σχεδιάζεται η θεραπεία 

θεραπεία ανάλογα με το στάδιο

                        για τον πρώιμου σταδίου καρκίνο του παχέος εντέρου

               για τον μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου

-Τι πρέπει να κάνω μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας;

Η θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου

Η θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου προγραμματίζεται από τον ογκολόγο πριν ακόμα προχωρήσουμε στη χειρουργική εξαίρεση του καρκίνου.

Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις η χειρουργική εξαίρεση είναι το πρώτο βήμα που πραγματοποιείται, ο σχεδιασμός της θεραπείας πρέπει να γίνεται πριν την έναρξη οποιασδήποτε αγωγής, με τέτοιο τρόπο ώστε ο κάθε ιατρός που εμπλέκεται στη θεραπεία να γνωρίζει εκ των προτέρων τον τρόπο και το χρονοδιάγραμμα της θεραπείας. Εκτός αυτού, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου η αρχική προσέγγιση πρέπει να είναι η χορήγηση προεγχειρητικής χημειοθεραπείας η οποία μας δίνει τη δυνατότητα μιας πιο ολοκληρωμένης χειρουργικής εξαίρεσης του όγκου και συχνά μετατρέπει τους μη εξαιρέσιμους όγκους σε εξαιρέσιμους.

Η αντιμετώπιση ενός καρκίνου δεν γίνεται ποτέ από έναν μόνο ιατρό καθώς χρειάζεται η εμπλοκή περισσοτέρων από μιας ιατρικής ειδικότητας. Αυτή η διεπιστημονική ομάδα (MDT) περιλαμβάνει εκτός από τον ογκολόγο-παθολόγο ο οποίος είναι υπεύθυνος τόσο του σχεδιασμού της θεραπείας όσο και της χορήγησης της χημειοθεραπείας και της πολυετούς παρακολούθησης μετά την ολοκλήρωση της αγωγής, έναν χειρούργο εξειδικευμένο σε καρκίνους του πεπτικού, έναν ακτινοθεραπευτή ογκολόγου αλλά και μια σειρά άλλων επαγγελματιών υγείας.

Πώς σχεδιάζεται η θεραπεία

Ο ογκολόγος θα σας εξηγήσει αναλυτικά την καλύτερη θεραπευτική προσέγγιση για τη δική σας ξεχωριστή περίπτωση και το χρονοδιάγραμμα της θεραπείας. Για το σχεδιασμό της λαμβάνεται υπόψη μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της γενικής κατάστασης της υγείας σας, την ηλικία σας, το στάδιο αλλά και όλους τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν ως παράγοντες που επηρεάζουν την πρόγνωση (εξέλιξη) και τις επιλογές θεραπείας.

Το στάδιο είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας για τον καθορισμό της θεραπείας.

Η θεραπεία ανάλογα με το στάδιο

Στάδιο 1

Συχνά, ο καρκίνος μπορεί να αφαιρεθεί πλήρως με τη χειρουργική επέμβαση, και στους περισσότερους ασθενείς δεν θα επανεμφανιστεί ποτέ. Οι άνθρωποι που έχουν καρκίνο του παχέος εντέρου σταδίου 1 συνήθως δεν χρειάζονται καμία περαιτέρω αγωγή μετά τη χειρουργική επέμβαση.

Στάδιο 2

Η νόσος σταδίου 2 παρουσιάζει ορισμένες ιδιαιτερότητες σε ότι αφορά τη χορήγηση της χημειοθεραπείας, οι οποίες αναλύονται στη παράγραφο «χημειοθεραπεία για τον καρκίνο του παχέος εντέρου».

Οι ασθενείς με σταδίου 2 καρκίνο του παχέος εντέρου συνήθως αντιμετωπίζονται με τη χειρουργική επέμβαση η οποία συχνά ακολουθείται από χημειοθεραπεία, ανάλογα με τον κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου στο μέλλον ο οποίος υπολογίζεται βάσει ορισμένων χαρακτηριστικών του όγκου τόσο μακροσκοπικά όσο και από την ιστολογική εξέταση. 

Στάδιο 3

Σε ασθενείς με σταδίου 3 καρκίνο (τοπικά προχωρημένο) του παχέος εντέρου, υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος ο καρκίνος να επανεμφανιστεί μετά

από χειρουργική επέμβαση, οπότε η χημειοθεραπεία πρέπει πάντα να χορηγείται μετά τη χειρουργική εξαίρεση του όγκου (δείτε την παράγραφο 

Στάδιο 4

Στο στάδιο 4 καρκίνου του παχέος εντέρου ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί και σε άλλα όργανα πέραν της αρχικής εστίας στο έντερο όπως το ήπαρ, τους πνεύμονες κ.ά. 

Δεν είναι συνήθως δυνατό να ιαθεί ο καρκίνος του παχέος εντέρου σταδίου 4, αλλά η θεραπεία είναι σε θέση να τον ελέγξει και να καθυστερήσει σημαντικά την εξέλιξή του για μεγάλο χρονικό διάστημα. 

Η χημειοθεραπεία μπορεί επίσης να μειώσει την ένταση των συμπτωμάτων που δημιουργεί ο καρκίνος και να προσφέρει μια καλύτερη ποιότητα ζωής (παρηγορητική θεραπεία). 

Σπανιότερα, σε ελάχιστους ασθενείς τελικού σταδίου, η χημειοθεραπεία θα έχει μικρή επίδραση στο καρκίνο και στα συμπτώματα που δημιουργεί με αποτέλεσμα αυτοί οι ασθενείς να υποστούν τις παρενέργειες της με ελάχιστο όφελος.

Η χημειοθεραπεία μαζί με τη στοχευμένη μοριακή θεραπεία είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη θεραπεία για τον σταδίου 4 καρκίνο του παχέος εντέρου. 

Η χειρουργική επέμβαση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μερικές φορές, όχι τόσο με σκοπό την ίαση, αλλά την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, όπως για παράδειγμα με σκοπό να αφαιρεθεί μια καρκινική μάζα που προκαλεί απόφραξη του εντέρου.

Η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιείται σπάνια στο καρκίνο του παχέος εντέρου και δίνεται συνήθως με σκοπό να συρρικνώσει έναν καρκίνο που προκαλεί συμπτώματα όπως πόνο ή αιμορραγία. Αυτή η θεραπεία είναι γνωστή ως παρηγορητική ακτινοθεραπεία.

Τα μονοκλωνικά αντισώματα, θεραπεία γνωστή και ως στοχευμένη θεραπεία, όπως η μπεβασιζουμάμπη, το σετουξιμάμπη, το πανιτουμουμάμπη

, η τραστουζουμάμπη, η περτουζουμάμπη, η ραμουσιρουμάμπη, η βεμουραφενίμπη χρησιμοποιούνται σε αυτό το στάδιο για

τον έλεγχο του προχωρημένου καρκίνου του παχέος εντέρου με εκπληκτικά συνήθως αποτελέσματα (δείτε την παράγραφο Μονοκλωνικά

Η χειρουργική επέμβαση για καρκίνο του παχέος εντέρου

Η χειρουργική εξαίρεση του καρκίνου του παχέος εντέρου μπορεί να πραγματοποιηθεί :

  1. Σε όγκους αρχικού και τοπικά προχωρημένου σταδίου με σκοπό την ίαση.
  2. Σε όγκους με μεμονωμένες ή περιορισμένες μεταστατικές εστίες ή εστίες υποτροπής με σκοπό τη βελτίωση της επιβίωσης και σπανιότερα ακόμα και την ίαση.
  3. Σε μη ιάσιμους όγκους με σκοπό την παρηγορητική εκτομή για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση απόφραξης, διάτρησης, αιμορραγίας ή διήθησης παρακείμενων δομών.

Μαζί με τη φαρμακευτική θεραπεία, σε όγκους πρώιμου και τοπικά προχωρημένου σταδίου (στάδια Ι-ΙΙ-ΙΙΙ), μπορεί να προσφέρει σημαντικές πιθανότητες πλήρους ίασης.

Σε αυτή τη περίπτωση ο στόχος της χειρουργικής θεραπείας είναι η απομάκρυνση του όγκου με:

--επαρκή υγιή όρια εκτομής, δηλαδή με περιθώριο τουλάχιστον 5 cm μακροσκοπικά υγιούς ιστού (από την τομή του χειρουργού στο έντερο και για λίγα εκατοστά στο τοίχωμα του εντέρου που αφαιρέθηκε να μην ανευρίσκονται καρκινικά κύτταρα κατά την ιστολογική εξέταση),

--τον εκτεταμένο λεμφαδενικό καθαρισμό με εξαίρεση των λεμφαδένων που αντιστοιχούν στο τμήμα του παχέος εντέρου που περιέχει τον όγκο καθώς αυτοί αποτελούν το πρώτο σημείο μετάστασης. Πρέπει να αφαιρούνται το λιγότερο 12 λεμφαδένες και να υποβάλλονται σε παθολογοανατομική εξέταση.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι από τους λίγους συμπαγείς όγκους όπου η χειρουργική εξαίρεση έχει σημαντική θέση και στο μεταστατικό καρκίνο

Η ίδια επομένως χειρουργική προσέγγιση στην εξαίρεση της πρωτοπαθούς εστίας και τον λεμφαδένων ακολουθείται και στο μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου με ταυτόχρονη ή σε δεύτερο χρόνο εξαίρεση των μεταστατικών εστιών στο ήπαρ ή σπανιότερα στον πνεύμονα, εφόσον αυτές είναι μεμονωμένες ή περιορισμένες.

Συνήθως η χειρουργική αυτή προσέγγιση ακολουθεί την προεγχειρητική χημειοθεραπεία η οποία χορηγείται με σκοπό :

-τη μείωση των διαστάσεων και της έκτασης τόσο της πρωτοπαθούς εστίας όσο και των μεταστατικών εστιών κάνοντας πιο αποτελεσματική τη χειρουργική εξαίρεση, αλλά και πολλές φορές

-τη μετατροπή τους από εκτεταμένες μη εξαιρέσιμες σε μικρότερης έκτασης, εξαιρέσιμες.

Μετά την εξαίρεση του όγκου και των λεμφαδένων ο χειρουργός θα προχωρήσει στην πραγματοποίηση αναστόμωσης (δηλαδή την επανένωση των δύο άκρων του εντέρου όπου πραγματοποιήθηκε η τομή).

Τι είναι η κολοστομία;

Αν για κάποιο λόγο, μετά τη χειρουργική επέμβαση, δεν μπορεί να αποκατασταθεί η συνεχεία του εντέρου, τότε διαμέσου μίας τομής στην περιοχή της κοιλιάς, ο χειρουργός θα εφαρμόσει το έντερο στο επίπεδο του δέρματος απ’ όπου τα κόπρανα θα συλλέγονται σε ένα ειδικό συλλέκτη (σακουλάκι). Αυτός ο χειρισμός ονομάζεται κολοστομία. 

Συνήθως η κολοστομία είναι προσωρινή θεραπευτική αντιμετώπιση και σε μεταγενέστερο στάδιο επιχειρείται η επανένωση και η επαναφορά του εντέρου στη θέση του με άλλη χειρουργική επέμβαση. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί η κολοστομία για κάποιους λόγους να είναι μόνιμη.

Η εκπαίδευση στην φροντίδα της κολοστομίας, σε ορισμένες κλινικές, αρχίζει πριν ακόμα από την επέμβαση. Αυτή η εκπαίδευση προς τους ασθενείς ή και στους συγγενείς τους παρέχεται από εξειδικευμένο προσωπικό και περιλαμβάνει την αλλαγή του συλλέκτη και την περιποίηση που γίνεται στο δέρμα της γύρω περιοχής.

Πριν από την επέμβαση ο χειρουργός θα επιλέξει το σημείο που θα εφαρμόσει τη κολοστομία έτσι ώστε να μην δυσκολεύει τις κινήσεις και την καθημερινότητα σας.

Θα χρειασθεί να εισαχθείτε στο νοσοκομείο την προηγουμένη της επέμβασης, για την σχετική προετοιμασία του εντέρου με την χορήγηση καθαρτικών ή και αντιβίωσης.

Όταν ο όγκος δημιουργεί απόφραξη ή σημαντική αιμορραγία, τότε δεν γίνεται ο καθαρισμός του εντέρου και διενεργείται επείγουσα εγχείρηση.

Ο χρόνος νοσηλείας κυμαίνεται από 4 με 7 ημέρες, ο δε χρόνος επέμβασης, από 2 έως 4 ώρες ανάλογα με την βαρύτητα της πάθησης.

Ανάλογα με την θέση του καρκίνου η επεμβάσεις χωρίζονται σε:

1) δεξιά ημικολεκτομή και δεξιά εκτεταμένη κολεκτομή.

2) εγκαρσιεκτομή

3) αριστερή ημικολεκτομή

4) σιγμοειδεκτομή

5) υφολική κολεκτομή

Ο χειρουργός σας θα σας εξηγήσει αναλυτικά ποια επέμβαση είναι κατάλληλη για εσάς, γιατί, ποιο είναι το αναμενόμενο αποτέλεσμα αλλά και τις πιθανές επιπλοκές της επέμβασης.

Λαπαροσκοπική κολεκτομή

Έχουν επίσης αναπτυχθεί τεχνικές λαπαροσκοπικής κολεκτομής, οι οποίες φαίνεται πως προσφέρουν δυνατότητες σταδιοποίησης και αντιμετώπισης της κακοήθειας, συγκρίσιμες με της ανοιχτής κολεκτομής, ενώ μειώνουν ελαφρώς το χρόνο παραμονής στο νοσοκομείο και την ανάγκη χορήγησης αναλγητικών και βελτιώνουν το αισθητικό αποτέλεσμα. 

Η χημειοθεραπεία για τον καρκίνο του παχέος εντέρου 

Η χημειοθεραπεία κάνει χρήση ειδικών αντικαρκινικών (κυτταροτοξικών) φαρμάκων με σκοπό να καταστρέψει τα καρκινικά κύτταρα, όχι μόνο στη περιοχή του παχέος εντέρου αλλά σε ολόκληρο τον οργανισμό. 

Τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της χημειοθεραπείας 

Πολλοί ασθενείς αλλά και οι οικείοι τους ανησυχούν για τις παρενέργειες και τρομάζουν στη σκέψη ότι θα υποβληθούν σε χημειοθεραπεία, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που αρνούνται να υποβληθούν σε αυτή και ρωτούν τι θα συμβεί εάν δεν λάβουν αυτού του είδους τη θεραπεία. 

Πρέπει να θυμόμαστε και να κατανοούμε με τη βοήθεια του ογκολόγου, ότι συνήθως τα οφέλη από τη χημειοθεραπεία υπερτερούν κατά πολύ της πιθανής «ταλαιπωρίας» των ασθενών από τις παρενέργειές της

Είναι μια συστηματική θεραπεία, η οποία δηλαδή δρα σε ολόκληρο τον οργανισμό και επομένως μας δίνει τη δυνατότητα, εκτός από την πρωτοπαθή εστία, να αντιμετωπίσουμε τα κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα και τις μικρομεταστάσεις που συνήθως ήδη υπάρχουν κατά τη διάγνωση ενός καρκίνου, ανεξάρτητα από το στάδιο.

Με τους όρους, κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα και μικρομεταστάσεις, αναφερόμαστε στη παρουσία μεμονωμένων ή μικρών ομάδων καρκινικών κυττάρων διάσπαρτα στο σώμα, τα οποία έχουν διαφύγει από τη πρωτοπαθή εστία (όπου πρωτοεμφανίστηκε ο όγκος), αλλά δεν μπορούν να ανιχνευθούν με τις συνήθεις απεικονιστικές μεθόδους. Η μη υποβολή επομένως σε χημειοθεραπεία, ακόμα και σε αρχικά στάδια, αυξάνει κατά πολύ τη πιθανότητα επανεμφάνισης του καρκίνου τόσο σε μεταστατικές εστίες (ήπαρ, πνεύμονες, οστά, εγκέφαλο) όσο και στη πρωτοπαθή εστία (δηλαδή στο παχύ έντερο).

Αν και η χημειοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει σημαντικές παρενέργειες, αυτές συνήθως μπορούν να ελεγχθούν και έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό με τις εξελιγμένες και τελευταίας γενιάς βοηθητικές-συμπληρωματικές θεραπείες

Διλήμματα που αφορούν τη χορήγηση ή όχι της χημειοθεραπείας

Ανάλογα με τον τύπο και το στάδιο του όγκου η χημειοθεραπεία μπορεί: 

  • Να προσφέρει πλήρη ίαση.
  • Να περιορίσει την εξάπλωσή του.
  • Να επιβραδύνει την ανάπτυξή του.
  • Να καταστρέψει τα καρκινικά κύτταρα που μπορεί να έχουν εξαπλωθεί σε σημεία του οργανισμού διαφορετικά από αυτά της πρωτοπαθούς εστίας.
  • Να περιορίσει τα συμπτώματα που προκαλεί ο καρκίνος και επομένως να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής. 

Από την άλλη, παρά τις σημαντικές εξελίξεις των τελευταίων ετών τόσο με τα νέας γενιάς χημειοθεραπευτικά φάρμακα όσο και με την βελτιωμένη υποστηρικτική αγωγή, η χημειοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες οι οποίες σπάνια μπορεί και να απειλήσουν τη ζωή του ασθενούς.

Ένα συχνό δίλημμα με το οποίο πολλές φορές βρίσκονται αντιμέτωποι οι ασθενείς και οι οικείοι τους αφορά την απόφαση για το εάν πρέπει θα υποβληθούν σε χημειοθεραπεία ή όχι

Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του ογκολόγου ο οποίος πρέπει να αναλύσει στον ασθενή τα υπέρ και τα κατά της χορήγησης της χημειοθεραπείας, εστιάζοντας στο στόχο της και την επίδρασή της στην επιβίωση και τη ποιότητα της ζωής αλλά και τις πιθανές παρενέργειες, τη βαρύτητά τους και τον τρόπο αντιμετώπισής τους.

Για τον καρκίνο του παχέος εντέρου σε πρώιμο στάδιο (στάδια 1, 2) ή τοπικά προχωρημένο (στάδιο 3) και εάν η γενική κατάσταση της υγείας σας το επιτρέπει, ο ογκολόγος πιθανότατα θα σας προτείνει να υποβληθείτε σε ολοκληρωμένη θεραπεία η οποία θα έχει στόχο την πλήρη ίαση με σαφές όφελος από τη χορήγηση της θεραπείας.

Ωστόσο, εάν ο καρκίνος είναι εκτεταμένος, μεταστατικός (σταδίου 4) και η ίαση δεν είναι εύκολα εφικτή, ο στόχος της θεραπείας είναι να επιβραδύνει την εξέλιξη του καρκίνου για κάποιο, μικρό ή μεγάλο, χρονικό διάστημα. Η λήψη αποφάσεων σχετικά με τη θεραπεία σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πάντα δύσκολη. Εάν επιλέξετε να μην λάβετε τη θεραπεία, σιγουρευτείτε ότι έχετε κατανοήσει πλήρως όλα όσα σας εξήγησε ο ογκολόγος σας για τα πιθανά οφέλη από τη χημειοθεραπεία. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου και του ορθού έχουν πολλαπλές επιλογές αποτελεσματικής θεραπείας ακόμα και σε όγκους προχωρημένου σταδίου, προσφέροντας σημαντική επιμήκυνση της επιβίωσης.

Από την άλλη, η χημειοθεραπεία θα μπορούσε να μην έχει καμία επίδραση στον όγκο και ο ασθενής να υποστεί τις παρενέργειές της χωρίς κανένα ουσιαστικό όφελος και με επιβάρυνση της γενικής κατάστασης της υγείας του.

Εάν δεν χορηγηθεί η χημειοθεραπεία, η υποστηρικτική (παρηγορητική) αγωγή θα βοηθήσει στον έλεγχο των συμπτωμάτων της νόσου.

Χημειοθεραπεία για πρώιμου σταδίου καρκίνο του παχέος εντέρου (στάδια 1, 2 και 3)

Η χημειοθεραπεία συνήθως δεν απαιτείται για την αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου σταδίου 1 (οι όγκοι που διηθούν έως και τμήμα του μυϊκού χιτώνα).

Στο στάδιο 2 του καρκίνου του παχέος εντέρου (Dukes Β), ο κίνδυνος επανεμφάνισης του καρκίνου είναι χαμηλός, έτσι ώστε η χημειοθεραπεία μπορεί να μην χρειαστεί. Ωστόσο, μετά τη χειρουργική επέμβαση ο καρκίνος θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά κάτω από το μικροσκόπιο, και ο ογκολόγος μπορεί να σας συστήσει να υποβληθείτε σε χημειοθεραπεία ανάλογα με τα ιστολογικά χαρακτηριστικά του καρκίνου.

Ο καρκίνος σταδίου 2 διαχωρίζεται σε χαμηλού και υψηλού κινδύνου. Ως υψηλού κινδύνου χαρακτηρίζονται οι ασθενείς με όγκους Τ4, υψηλού βαθμού κακοήθειας, λεμφαγγειακή διήθηση, περινευρική διήθηση, εντερική απόφραξη, διάτρηση εντέρου, θετικά χειρουργικά όρια (δηλαδή με παρουσία καρκινικών κυττάρων στο σημείο τομής του εντέρου) και αφαίρεση λιγότερων από 12 λεμφαδένων κατά τη χειρουργική εξαίρεση του καρκίνου. Οι ασθενείς με όγκους που παρουσιάζουν αυτά τα χαρακτηριστικά πρέπει να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία όπως και αυτοί με όγκους σταδίου 3.

Οι ασθενείς με σταδίου 3 καρκίνο του παχέος εντέρου (DukesC) πρέπει οπωσδήποτε να λάβουν χημειοθεραπεία εφόσον το επιτρέπει η γενική κατάσταση της υγείας τους.

Μελέτες έχουν αναδείξει ότι ασθενείς με σταδίου 2 και 3 νόσο οι οποίοι υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία παρουσιάζουν σημαντικά καλύτερη επιβίωση σε σύγκριση με εκείνους που δεν υποβλήθηκαν σε συμπληρωματική φαρμακευτική θεραπεία

Φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του πρώιμου σταδίου καρκίνο του παχέος εντέρου

Τα κυριότερα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι:

Η φθοριοουρακίλη , η οποία συχνά δίνεται με Φυλλινικό ασβέστιο (λευκοβορίνη) το οποίο χρησιμοποιείται ώστε να αυξηθεί η κυτταροτοξική δράση της 5FU με σκοπό να γίνεται πιο αποτελεσματική  

Η καπεσιταμπίνη, η οποία είναι μια μορφή της 5FU σε δισκία

Οι ασθενείς που βρίσκονται σε καλή κλινική κατάσταση θα υποβληθούν σε θεραπεία με συνδυασμό φαρμάκων ενώ όσοι δεν βρίσκονται σε καλή κλινική κατάσταση μπορεί να υποβληθούν σε θεραπεία με ένα μόνο φάρμακο. 

Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται συνήθως σε συνδυασμούς και η διάρκεια της θεραπείας είναι συνήθως 6 μήνες, δηλαδή 6 με 8 κύκλους

χημειοθεραπείας (αναλυτικά ο τρόπος χορήγησης της χημειοθεραπείας αναφέρεται στο τμήμα μας «χημειοθεραπεία») .

Οι συνδυασμοί φαρμάκων (σχήματα)

1. XELOX

Οξαλιπλατίνη 130 mg/m2 , ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Καπεσιταβίνη 1000 mg/m2 πρωί-βράδυ, ημέρες 1 έως και 14, από του στόματος

Κάθε 21 ημέρες, 8 κύκλοι

2. FOLFOX-4

Οξαλιπλατίνη 85 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 200 mg/m2, ημέρες 1, 2, σε δίωρη IV έγχυση ακολουθούμενη από:

• 5-FU 400 mg/m2 , ημέρα 1,2 IV bolus (δηλαδή σε γρήγορη έγχυση-10 min), και ακολούθως:

• 5-FU 600 mg/m2, ημέρα 1,2 σε IV έγχυση 22 ωρών

Κάθε 15 ημέρες, 12 κύκλοι

3. Τροποποιημένο FOLFOX-6

Οξαλιπλατίνη 85 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 400 mg/m2, ημέρα 1 σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• 5-FU 400 mg/m2, ημέρα 1, IV bolus, και ακολούθως:

• 5-FU 2400 mg/m2 σε έγχυση 46 ωρών

Κάθε 15 ημέρες, 12 κύκλοι

4. Mayo

5-FU bolus 425 mg/m2, ημέρες 1-5

Λευκοβορίνη 20 mg/m2, ημέρες 1-5

Κάθε 28 ημέρες, 6 κύκλοι

5. Roswell Park

5-FU 500 mg/m2 , bolus , ημέρα 1, 8, 15, 22, 29, 36 σε 2ωρη IV έγχυση,

Λευκοβορίνη 500 mg/m2ημέρα 1, 8, 15, 22, 29, 36 IV bolus

Κάθε εβδομάδα, για 6 εβδομάδες, σε κύκλους 8 εβδομάδων, 3 κύκλοι

6. De Gramont

Λευκοβορίνη 200 mg/m2, ημέρες 1,2, σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

5-FU 400 mg/m2, ημέρες 1,2 bolus, και ακολούθως:

5-FU 600 mg/m2 , ημέρες 1,2, σε IV έγχυση 22 ωρών

Κάθε 15 μέρες, 12 κύκλοι

7. Καπεσιταβίνη 1250 mg/m2 πρωί-βράδυ, για 14 ημέρες, PO

(απαιτείται τροποποίηση της δόσης σε περιπτώσεις έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας με ρυθμό σπειραματικής διήθησης < 60 ml/min).

Κάθε 21 μέρες, 8 κύκλοι

Στο τμήμα μας που ασχολείται με τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα και τις παρενέργειες της χημειοθεραπείας αναφέρονται αναλυτικά οι αναμενόμενες παρενέργειες και οι τρόποι με τους οποίους μπορείτε είτε να τις προλάβετε είτε να τις αντιμετωπίσετε και να τις περιορίσετε. Ο ογκολόγος σας θα συζητήσει μαζί σας τη διάρκεια της θεραπείας αλλά και ότι αφορά τις αναμενόμενες παρενέργειες.

Χημειοθεραπεία για τον μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου

Η χημειοθεραπεία, μαζί με τη στοχευμένη μοριακή θεραπεία και την ανοσοθεραπεία αποτελούν τις βασικές θεραπευτικές μας επιλογές όταν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί και σε άλλα όργανα του σώματος. Σε αυτή τη περίπτωση η χειρουργική εξαίρεση δεν δίνει τη δυνατότητα πλήρους απαλλαγής από τη νόσο όπως στον πρώιμο ή τοπικά προχωρημένο καρκίνο. Αυτό όμως μπορεί, μερικές φορές, να επιτευχθεί με το συνδυασμό της χειρουργικής επέμβασης και χημειοθεραπείας ακόμα και σε αυτό το στάδιο της νόσου. Σε αυτές τις περιπτώσεις :

  1. Μπορεί να είναι εξαρχής ξεκάθαρο ότι ο καρκίνος έχει μεγάλη έκταση και δεν θα μπορέσει ποτέ να εξαιρεθεί χειρουργικά οπότε η χημειοθεραπεία είναι η μόνη θεραπευτική λύση με σκοπό να περιορίσει και να συρρικνώσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον όγκο, στη προσπάθεια να επιμηκύνουμε την επιβίωση ή
  2. Μπορεί η έκταση του όγκου να είναι τέτοια (περιορισμένου μεγέθους και αριθμού μεταστατικών εστιών) ώστε με τον συνδυασμό της χημειοθεραπείας και της χειρουργικής επέμβασης να μπορέσουμε να απαλλαγούμε πλήρως από τη νόσο.

Η χημειοθεραπεία σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθεί πριν τη χειρουργική επέμβαση με σκοπό να μειώσει την έκταση του όγκου ώστε

να εξαιρεθεί με επιτυχία (αυτός είναι ο συχνότερος τρόπος προσέγγισης), μετά τη χειρουργική επέμβαση σε περίπτωση που η έκταση των μεταστάσεων είναι τέτοια που μας επιτρέπει την αφαίρεσή τους αμέσως, οπότε η χημειοθεραπεία χορηγείται μετά την επέμβαση με σκοπό να καταστρέψει οποιαδήποτε υπολειμματικά καρκινικά κύτταρα ή ανάμεσα σε δύο χειρουργικές επεμβάσεις όπως για παράδειγμα μετά την εξαίρεση της πρωτοπαθούς εστίας (παχύ έντερο) μπορεί να χορηγηθεί η χημειοθεραπεία με σκοπό να μειώσει την έκταση των ηπατικών μεταστάσεων και στη συνέχεια αυτές να εξαιρεθούν με επιτυχία.

Το πιο συνηθισμένο όργανο στο οποίο εξαπλώνεται ο καρκίνος από το παχύ έντερο είναι το ήπαρ. Το επόμενο πιο συχνό όργανο είναι οι πνεύμονες. 

Είναι σίγουρο ότι η ογκολογία και η χειρουργική έχουν κάνει μεγάλα βήματα τα τελευταία χρόνια, προσφέροντας σοβαρές πιθανότητες απαλλαγής από αυτή τη νόσο, είτε βρίσκεται περιορισμένη στο παχύ έντερο είτε έχει δημιουργήσει μεταστάσεις σε άλλα όργανα

Η επιλογή της θεραπευτικής προσέγγισης βασίζεται στους στόχους που θέτουμε, τον τύπο και τον χρόνο χορήγησης τυχόν προηγούμενης θεραπείας, το μοριακό προφίλ του όγκου και τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων. Κατά τη πορεία της θεραπευτικής αντιμετώπισης είναι πιθανό να υπάρξουν αλλαγές στην φαρμακευτική επιλογή ή στους χρόνους συνδυασμού της ενδοφλέβιας θεραπείας με τη χειρουργική επέμβαση ή την ακτινοθεραπεία. Αυτό εξαρτάται κυρίως από την ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία και από την τοξικότητα της.

Ο μεταστατικός καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στη φαρμακευτική αγωγή και η ανταπόκριση της νόσου είναι συχνά εκπληκτική, με σημαντική μείωση της έκτασης του καρκίνου. Επιπλέον αξίζει να υπογραμμίσουμε πως οι παρενέργειες των χημειοθεραπευτικών που χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου, δεν είναι συχνές, είναι εύκολα διαχειρίσιμες και δεν επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη ποιότητα ζωής των καρκινοπαθών. Βάση αυτών, συνιστάται σε όλους τους ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο παχέος εντέρου και ορθού να ακολουθήσουν την τυπική θεραπευτική προσέγγιση.

Θεραπεία συντήρησης στο μεταστατικό καρκίνο παχέος εντέρου

Η θεραπεία συντήρησης περιλαμβάνει τη συνέχιση της αγωγής με ένα φάρμακο, πέραν των πρώτων έξι μηνών συνδυαστικής θεραπείας (δηλαδή με ένα συνδυασμό περισσότερων φαρμάκων), το οποίο συνήθως είναι το μονοκλωνικό αντίσωμα (στοχευμένη θεραπεία) που είχε συμπεριληφθεί και στην αρχική θεραπεία. Για παράδειγμα, ένας ασθενής που υποβλήθηκε σε θεραπεία 6 μηνών με οξαλιπλατίνη, φθοριοουρακίλη και μπεβασιζουμάμπη, εφόσον έχει επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα μπορεί να συνεχίσει την αγωγή μόνο με τη μπεβασιζουμάμπη με σκοπό τη διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος που επιτεύχθηκε.

Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της χημειοθεραπείας για τον μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου

Υπάρχουν διάφορα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της χημειοθεραπείας για τον προχωρημένο καρκίνο του παχέος εντέρου, και είναι σημαντικό να τα συζητήσετε με τον ογκολόγο σας.

Δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί το κατά πόσον η χημειοθεραπεία θα έχει αποτέλεσμα, αν και το πιθανότερο είναι να προσφέρει ένα ικανοποιητικό χρονικό διάστημα μεγαλύτερης επιβίωσης, που συνήθως μετράται σε χρόνια. Επιπλέον μας δίνει τη δυνατότητα να περιορίσουμε τα

συμπτώματα που προκαλούνται από τη νόσο βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Υπάρχει όμως ο κίνδυνος η χημειοθεραπεία να μην έχει καμία επίδραση ούτε στον καρκίνο ούτε στα συμπτώματα που προκαλεί και έτσι κάποιοι ασθενείς να υποστούν τις παρενέργειες της θεραπείας χωρίς να έχουν ουσιαστικό όφελος από αυτή.

Μια βασική παράμετρος στην απόφαση της χορήγησης της χημειοθεραπείας στους ασθενής με νόσο σταδίου 4 είναι η ποιότητα ζωής.

Στόχος της χημειοθεραπείας είναι η επιμήκυνση της επιβίωσης με όσο το δυνατόν καλύτερη ποιότητα ζωής και όχι η επιμήκυνσή της με οποιοδήποτε κόστος

Εάν η απόφαση από εσάς ή τον ογκολόγο σας είναι να μην υποβληθείτε σε χημειοθεραπεία, η προσπάθεια επικεντρώνεται στη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της νόσου με υποστηρικτικά μέσα όπως για παράδειγμα η χορήγηση οξυγόνου για την αντιμετώπιση της δύσπνοιας ή η χορήγηση

αποτελεσματικής αναλγητικής αγωγής για τον πόνο που μπορεί να προκαλεί ο όγκος. Αυτή είναι γνωστή ως υποστηρικτική ή παρηγορητική φροντίδα.

Φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του μεταστατικού καρκίνου του παχέος εντέρου

Οι ασθενείς που βρίσκονται σε καλή κλινική κατάσταση (PS <2) θα υποβληθούν σε θεραπεία με συνδυασμό φαρμάκων ενώ όσοι δεν βρίσκονται σε καλή κλινική κατάσταση (PS>2) μπορεί να υποβληθούν σε θεραπεία με ένα μόνο φάρμακο. 

Τα συνηθέστερα χρησιμοποιούμενα χημειοθεραπευτικά φάρμακα για τον μεταστατικό καρκίνο του παχέος εντέρου είναι:

  • 5-φθοριοουρακίλη, που χορηγείται συνήθως με Φυλλινικό ασβέστιο (λευκοβορίνη) η οποία χρησιμοποιείται στην βιοτροποποίηση των φθοριοπυριμιδινών ώστε να επαυξάνεται η κυτταροτοξική τους δράση και για να γίνονται πιο αποτελεσματικές 
  • καπεσιταμπίνη η οποία είναι μια μορφή της 5FU σε δισκία
  • οξαλιπλατίνη
  • ιρινοτεκάνη

Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται σε συνδυασμούς και η διάρκεια χορήγησης κάθε σχήματος είναι συνήθως 6 μήνες, εκτός από τις περιπτώσεις μη ανοχής της χημειοθεραπείας ή της προόδου (επιδείνωσης) της νόσου κατά τη διάρκεια της θεραπείας οπότε και αυτή διακόπτεται. Η διάρκεια θα εξαρτηθεί, επίσης, από το σχήμα που θα επιλεχτεί, το στόχο και τη γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς. Συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιούνται διάφορα διαδοχικά σχήματα με αποτέλεσμα η διάρκεια της χημειοθεραπείας να είναι πολύ μεγαλύτερη (αναλυτικά ο τρόπος χορήγησης της χημειοθεραπείας αναφέρεται στο τμήμα μας "χημειοθεραπεία") .

Οι συνδυασμοί φαρμάκων (σχήματα)

Roswell Park (1ης γραμμής)

5-FU 500 mg/m2, bolus , ημέρα 1, 8, 15, 22, 29, 36 σε 2ωρη IV έγχυση,

Λευκοβορίνη 500 mg/m2ημέρα 1, 8, 15, 22, 29, 36 IV bolus

Κάθε εβδομάδα, για 6 εβδομάδες, σε κύκλους 8 εβδομάδων

De Gramont (1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Λευκοβορίνη 200 mg/m2, ημέρες 1,2, σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

5-FU 400 mg/m2, ημέρες 1,2 bolus, και ακολούθως:

5-FU 600 mg/m2 , ημέρες 1,2, σε IV έγχυση 22 ωρών

Κάθε 15 ημέρες

Καπεσιταβίνη (1ης γραμμής)

1250 mg/m2 πρωί-βράδυ, για 14 ημέρες, PO

Κάθε 21 ημέρες

FOLFOX-6 (1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Οξαλιπλατίνη 100 mg/m2, μέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Λευκοβορίνη 400 mg/m2, μέρα 1 σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• 5-FU 400 mg/m2, μέρα 1, IV bolus (δηλαδή σε γρήγορη έγχυση-10 min), και ακολούθως:

• 5-FU 2400-3000 mg/m2 σε έγχυση 46 ωρών

Κάθε 15 ημέρες, 12 κύκλοι

Τροποποιημένο FOLFOX-6 (1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Οξαλιπλατίνη 85 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 400 mg/m2, ημέρα 1 σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• 5-FU 400 mg/m2, ημέρα 1, IV bolus, και ακολούθως:

• 5-FU 2400 mg/m2 σε έγχυση 46 ωρών

Κάθε 15 ημέρες, 12 κύκλοι

Τροποποιημένο FOLFOX-7 (1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Οξαλιπλατίνη 100 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 400 mg/m2, ημέρα 1, σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• 5-FU 3000 mg/m2 σε IV έγχυση 46 ωρών

Κάθε 15 ημέρες

Τροποποιημένο FOLFIRI (1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Ιρινοτεκάνη 180 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 200mg/m2, ημέρα 1, σε δίωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• 5-FU 400 mg/m2, ημέρα 1, IV bolus, και ακολούθως:

• 5-FU 2400-3000 mg/m2 σε IV έγχυση 46 ωρών

Κάθε 15 ημέρες

FOLFIRI (1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Ιρινοτεκάνη 180 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 200 mg/m2, ημέρες 1, 2, σε δίωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• από 5-FU 400 mg/m2, ημέρες 1, 2, bolus IV, και ακολούθως:

• 5-FU 600 mg/m2 (ημέρα 1,2) σε έγχυση 22 ωρών

Κάθε 15 ημέρες

FOLFIRINOX (1ης γραμμής)

Ιρινοτεκάνη 150 mg/m2, ημέρα 1, IV

Οξαλιπλατίνη 85 mg/m2, ημέρα 1, IV

Λευκοβορίνη 200 mg/m2, ημέρα 1, σε 2ωρη IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

• 5-FU 400 mg/m2 , ημέρα 1, IV bolus, και ακολούθως

• 5-FU 2400 mg/m2 σε IV έγχυση 48 ωρών

Κάθε 15 ημέρες

XELOX(1ης γραμμής ή διάσωσης ≥ 2ης γραμμής)

Οξαλιπλατίνη 130 mg/m2, ημέρα 1, IV

Καπεσιταβίνη 1000 mg/m2 πρωί-βράδυ, ημέρες 1-14, PO

Κάθε 21 ημέρες, 8 κύκλοι

XELIRI (1ης γραμμής)

Ιρινοτεκάνη 210 mg/m2, IV

Καπεσιταβίνη 850 mg/m2 πρωί-βράδυ για 14 ημέρες, PO

Κάθε 21 ημέρες

Στο τμήμα μας που ασχολείται με τα "χημειοθεραπευτικά φάρμακα" και τις "παρενέργειες της θεραπείας" αναφέρονται αναλυτικά οι αναμενόμενες παρενέργειες και οι τρόποι με τους οποίους μπορείτε είτε να τις προλάβετε είτε να τις αντιμετωπίσετε. Ο ογκολόγος σας θα συζητήσει μαζί σας τη διάρκεια της θεραπείας σας αλλά και ότι αφορά τις αναμενόμενες παρενέργειες.

Πώς χορηγείται η χημειοθεραπεία

Ο τρόπος χορήγησης της χημειοθεραπείας αναφέρεται αναλυτικά στο τμήμα μας "χημειοθεραπεία" 

Παρενέργειες της χημειοθεραπείας

Οι παρενέργειες της χημειοθεραπείας αναφέρονται αναλυτικά στο τμήμα που ασχολείται με τα "χημειοθεραπευτικά φάρμακα" και τις "παρενέργειες της θεραπείας" 

Αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας 

Δεν είναι σκόπιμο να μείνετε έγκυος ή να γίνεται πατέρας, ενώ λαμβάνετε κάποιο από τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου, καθώς μπορεί να βλάψει το αναπτυσσόμενο έμβρυο. Είναι σημαντικό να χρησιμοποιείται αποτελεσματική αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της θεραπείας σας και για τουλάχιστον ένα χρόνο μετά.

Πρέπει επίσης να χρησιμοποιείτε προφυλακτικό κατά τη διάρκεια του σεξ, τουλάχιστον τις πρώτες 48 ώρες μετά τη χημειοθεραπεία με σκοπό να προστατεύσετε τον/την σύντροφό σας από την πιθανή παρουσία των φαρμάκων αυτών στο σπέρμα ή στα κολπικά υγρά.  

Μονοκλωνικά αντισώματα (στοχευμένη θεραπεία) για τον καρκίνο του παχέος εντέρου

Η στοχευμένη θεραπεία που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου περιλαμβάνει τα μονοκλωνικά αντισώματα 

Αυτά έχουν συγκεκριμένες ενδείξεις αλλά και αντενδείξεις και χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία κάποιων περιπτώσεων καρκίνου του παχέος εντέρου που έχει εξαπλωθεί πέραν της πρωτοπαθούς εστίας (σταδίου 4 μεταστατικό καρκίνο).

5mg/kg κάθε 2 εβδομάδες ή 7,5mg/kg κάθε 3 εβδομάδες

Μπορεί να χορηγηθεί με όλα τα σχήματα χημειοθεραπείας 1ης γραμμής, ωστόσο η συγχορήγηση του με FOLFIRI συνίσταται μόνο σε ασθενείς με μεταστατική νόσο στο ήπαρ οι οποίοι είναι υποψήφιοι για τη θεραπευτική εξαίρεσή της

250 mg/m2 εβδομαδιαίως (πρώτη εβδομάδα δόση φόρτισης με 400mg/m2) ή 500 mg/m2

Σε ασθενείς με μη-μεταλλαγμένο ογκογονίδιο K-Ras, N-RAS και BRAF στον όγκο σαν θεραπεία 1ης μαζί με τα σχήματα συνδυασμένης χημειοθεραπείας:

Σε συνδυασμό με FOLFIRI συνίσταται μόνο σε ασθενείς με μεταστατική νόσο στο ήπαρ οι οποίοι είναι υποψήφιοι για τη θεραπευτική εξαίρεση της.

σε δόση 6 mg/kg ανά 2 εβδομάδες

Έχει εγκριθεί σαν μονοθεραπεία στην 3η γραμμή.

Έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό σε ασθενείς με μη-μεταλλαγμένο ογκογονίδιο K-Ras, N-RAS και BRAF σαν θεραπεία 1ης ή 2ης γραμμής μαζί με σχήμα FOLFOX ή FOLFIRI

Η τραστουζουμάμπη χρησιμοποιείται για περισσότερο από μια δεκαετία στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, με μεγάλη επιτυχία.

Τα τελευταία χρόνια, μεγάλες μελέτες ανέδειξαν τη δραστικότητα του μονοκλωνικού αντισώματος (στοχευμένη θεραπεία) τραστουζουμάμπη, στον καρκίνο του παχέος εντέρου η οποία στοχεύει έναν υποδοχέα στην επιφάνεια του καρκινικού κυττάρου, τον HER2. 

Η εκτίμηση της έκφρασης του υποδοχέα αυτού στα καρκινικά κύτταρα έρχεται πλέον να προστεθεί στον μοριακό έλεγχο που γίνεται μετά τη διάγνωση καρκίνου του παχέος εντέρου με KRAS, N-RAS, BRAF και MSI. 

Η υπερέκφραση του υποδοχέα HER2 στον καρκίνο του παχέος εντέρου μας δίνει τη δυνατότητα να προσθέσουμε ένα ακόμα μονοκλωνικό αντίσωμα στη θεραπεία αυτού του νοσήματος. Προς το παρόν η χορήγηση της τραστουζουμάμπης βρίσκεται ακόμα υπό μελέτη αλλά φαίνεται πως σύντομα θα έχουμε τη δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσουμε. 

5. Ραμουσιρουμάμπη, Αφλιμπερσεπτ

Είναι πλέον γνωστό πως ένας όγκος για να μπορέσει να αναπτυχθεί πρέπει να “τραφεί” και για να γίνει αυτό στο εσωτερικό του πρέπει να δημιουργηθούν νέα αγγεία, όσο αυτός μεγαλώνει σε μέγεθος, που θα του μεταφέρουν τα θρεπτικά συστατικά που έχει ανάγει για να αναπτυχθεί.

Στη διακοπή της ανάπτυξης αυτών των νέων αγγείων στοχεύει η μπεβασιζουμάμπη που έχει αποδειχθεί ως ιδιαίτερα αποτελεσματική και πολύτιμη στην αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου.

Δύο ακόμα φάρμακα που στοχεύουν την νεοαγγειογένεση (ανάπτυξη νέων αγγείων) είναι και η Ραμουσιρουμάμπη που χρησιμοποιείται επιτυχώς και στην αντιμετώπιση του καρκίνου του στομάχου και το Αφλίμπερσεπτ. Μελέτες ανέδειξαν ότι η προσθήκη αυτών των φαρμάκων στη δεύτερης γραμμής θεραπεία βελτίωσε τα ποσοστά επιβίωσης και ανταπόκρισης των ασθενών με καρκίνο παχέος εντέρου. 

Η βεμουραφενίμπη είναι ένα φάρμακο στοχευμένης θεραπείας, που χρησιμοποιείται σε ασθενείς των οποίων τα καρκινικά κύτταρα παρουσιάζουν μετάλλαξη στο γονίδιο "BRAF". Το συγκεκριμένο χρησιμοποιείται ήδη τα τελευταία χρόνια με μεγάλη επιτυχία στην αντιμετώπιση του μελανώματος.

Μελέτες έδειξαν ότι η βεμουραφενίμπη σε συνδυασμό με ιρινιτεκάνη και σετουξιμάμπη ή πανιτουμουμάμπη βελτίωσε τα ποσοστά επιβίωσης και ανταπόκρισης σε σχέση με εκείνα των ασθενών που έλαβαν θεραπεία χωρίς βεμουραφενίμπη.

Αναλυτικά για τον τρόπο δράσης των μονοκλωνικών αντισωμάτων, τον τρόπο χορήγησης τους, τις παρενέργειές που προκαλούν και τον τρόπο αντιμετώπισης τους θα βρείτε στο τμήμα μας που ασχολείται με τη στοχευμένη θεραπεία και μονοκλωνικά αντισώματα.

Ανοσοθεραπεία

Οι αναστολείς ανοσολογικών σημείων ελέγχου αποτελούν σήμερα την πρώτη θεραπευτική επιλογή σε πολλούς τύπους καρκίνου όπως ο καρκίνος του πνεύμονα, το μελάνωμα, ο καρκίνος νεφρού και ορισμένοι γαστρεντερικοί τύποι καρκίνου. Τον Μάιο του 2017, η Υπηρεσία Τροφίμων και

Φαρμάκων (FDA) παρείχε τη πρώτη έγκριση σε αυτή την “οικογένεια” φαρμάκων , και πιο συγκεκριμένα στο pembrolizumab, για προχωρημένους όγκους οι οποίοι μοριακά χαρακτηρίζονται από αδρανοποίηση του συστήματος επιδιόρθωσης βλαβών του DNA (DNA mismatch repair, MMR) και επομένως υψηλή μικροδορυφορική αστάθεια (MSI High, MSI-H) και εφόσον δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς στην αρχική θεραπεία.

Αυτό σημαίνει ότι με τη διάγνωση ενός καρκίνου, όπως ο καρκίνος του παχέος εντέρου, πρέπει να ζητηθεί από τον ογκολόγο μαζί με το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης και ο μοριακός έλεγχος για  dMMR ή/και MSI-H. Εφόσον ο έλεγχος αυτός αποβεί θετικός ο ασθενής θα έχει τη δυνατότητα να υποβληθεί σε ανοσοθεραπεία σε περίπτωση αποτυχίας της πρώτης γραμμής θεραπείας.

Οι όγκοι που χαρακτηρίζονται από dMMR περιέχουν χιλιάδες μεταλλάξεις που οδηγούν στη παραγωγή μεταλλαγμένων πρωτεϊνών στα καρκινικά κύτταρα οι οποίες θα μπορούσαν να αναγνωριστούν και να γίνουν “στόχοι” του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Όμως η ύπαρξη και η λειτουργία κάποιων πρωτεϊνών υποδοχέων στην επιφάνεια του καρκινικού κυττάρου (PD-L1 και PD-L2) μπορούν να αναστείλουν την ανοσολογική απάντηση μέσω της σύνδεσης τους με άλλες πρωτεΐνες υποδοχείς που βρίσκονται στην επιφάνεια των κυττάρων του ανοσοποιητικού μας συστήματος (PD-1). Το σύστημα αυτών των υποδοχέων και των αλληλεπιδράσεων τους υπάρχει και έχει διατηρηθεί στην εξέλιξη του ανθρώπου με σκοπό να προστατεύει τα κύτταρα του σώματος μας από το ίδιο μας το ανοσοποιητικό σύστημα.

Το pembrolizumab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που έχει τη δυνατότητα να προσδένεται στον υποδοχέα PD-1 αποτρέποντας την αλληλεπίδραση με τους υποδοχείς PD-L1 και PD-L2 των καρκινικών κυττάρων και επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο στα κύτταρα του ανοσοποιητικού να αναγνωρίσουν και να θανατώσουν τα καρκινικά κύτταρα.

Το Nivolumab είναι ένα ακόμα μονοκλωνικό αντίσωμα που έχει τη δυνατότητα να προσδένεται στον υποδοχέα PD-1, και χρησιμοποιείται μόνο του ή μαζί με το Ipilimumab στην αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου που χαρακτηρίζεται από dMMR.

Η ανοσοθεραπεία συνοδεύεται από παρενέργειες που οφείλονται στην “απελευθέρωση” του ανοσοποιητικού μας συστήματος, το οποίο επιτίθεται πλέον και στα φυσιολογικά κύτταρα του οργανισμού μας, είναι διαφορετικές από εκείνες που παρατηρούνται στην χημειοθεραπεία και δυστυχώς είναι συχνά θανατηφόρες.

Για τον λόγο αυτό οι ογκολόγοι πρέπει να βρίσκονται σε στενή επαφή με τον ασθενή και να τον παρακολουθούν κλινικά σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Οι ασθενείς θα πρέπει επίσης να ενημερώνονται από τους θεράποντες ογκολόγους για τις πιθανές παρενέργειες, τον τρόπο εμφάνισης και τον τρόπο αντιμετώπισης  τους. Η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων αυτών είναι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της ανοσοθεραπείας και την αποφυγή θανατηφόρων ανεπιθύμητων ενεργειών.

Οι ασθενείς που παρουσιάζουν απειλητικές για τη ζωή τους παρενέργειες θα πρέπει να διακόψουν την αγωγή τους να ξεκινήσουν θεραπεία με κορτικοστεροειδή. Η οποιαδήποτε παρέμβαση στη θεραπευτική αγωγή πρέπει να γίνεται μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του ογκολόγου και το οποιοδήποτε νέο σύμπτωμα κατά τη διάρκεια της αγωγής πρέπει επίσης να αναφέρεται στον θεράποντα ογκολόγο.

Τι πρέπει να κάνω μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας;

Οι ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου θα πρέπει να βρίσκονται υπό τακτική παρακολούθηση μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, με εξετάσεις αίματος, αξονικές τομογραφίες και τακτική επανεξέταση στο ογκολογικό ιατρείο. Στην περίπτωση ριζικής θεραπείας (με σκοπό την ίαση), η παρακολούθηση διαρκεί περισσότερα από 5 χρόνια, αρχικά κάθε λίγους (3-6) μήνες και σταδιακά σε πιο αραιά χρονικά διαστήματα. Πρέπει να τονίσουμε ότι :

Η εντατική, τακτική παρακολούθηση από τον ογκολόγο σας, μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της συνολικής αντιμετώπισης του καρκίνου , καθώς ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών θα υποτροπιάσει (επανεμφάνιση του καρκίνου) μέσα στα πρώτα 5 χρόνια από τη διάγνωση, με τον μεγαλύτερο αριθμό υποτροπών να παρατηρείται τα πρώτα 2 χρόνια

Σκοπός αυτής της εντατικής πολυετούς παρακολούθησης είναι η έγκαιρη διάγνωση μιας πιθανής υποτροπής πριν την εξάπλωση του καρκίνου.