.

Σε αυτή τη σελίδα

Η ακτινοθεραπεία για τον καρκίνο του στομάχου

Ο στόχος της θεραπείας με ακτινοβολία (ακτινοθεραπεία) είναι η εξάλειψη των καρκινικών κυττάρων χωρίς όμως να καταστρέψουμε τους περιβάλλοντες υγιείς ιστούς. 

Νέες εξελίξεις έχουν οδηγήσει σε ακόμη πιο αποτελεσματικές μορφές της θεραπείας με ακτινοβολία, οι οποίες ελαχιστοποιούν τις παρενέργειες, ενώ ταυτόχρονα μεγιστοποιούν το θάνατο των καρκινικών κυττάρων. Αυτές είναι η τρισδιάστατη σύμμορφη ακτινοθεραπεία (3D-CRT), η μεταβαλλόμενη ως προς την ένταση θεραπεία ακτινοβολίας (IMRT), και η θεραπεία με δέσμες πρωτονίων.

Ωστόσο, οι ανεπιθύμητες παρενέργειες μπορούν να παρουσιαστούν, έστω και σε μικρότερο βαθμό, ακόμα και με την πιο εξελιγμένη μορφή ακτινοθεραπείας. Οι παρενέργειες παρουσιάζονται, επειδή στην περιοχή που στοχεύουμε και πρέπει να θεραπευτεί, η ακτινοβολία επηρεάζει και τα γύρω από τον όγκο φυσιολογικά κύτταρα του οργανισμού και όχι μόνο τα καρκινικά. 

Πολλές από τις ανεπιθύμητες ενέργειες της ακτινοθεραπείας προλαμβάνονται ή ελέγχονται με φαρμακευτική αγωγή, με τη σωστή διατροφή, και την άσκηση, ενώ σχεδόν πάντοτε υποχωρούν σταδιακά και εξαφανίζονται μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας.

Πως και πότε χορηγείται η ακτινοθεραπεία για τον καρκίνο του στομάχου

Η ακτινοθεραπεία μετά τη χειρουργική επέμβαση (συμπληρωματική ακτινοθεραπεία), ως μόνη θεραπεία (δηλαδή χωρίς τη χημειοθεραπεία), δεν φαίνεται να προσφέρει σημαντικά στην αντιμετώπιση του καρκίνου του στομάχου. Αντιθέτως μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παρηγορητική αγωγή (με στόχο δηλαδή την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων όπως αιμορραγία ή απόφραξη του αυλού του στομάχου και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής) σε ασθενείς που δεν είναι σε θέση να χειρουργηθούν λόγω της μεγάλης έκτασης της νόσου (τοπική ή μεταστατική).

Υπάρχουν πολλές μελέτες που έχουν δείξει σημαντικό όφελος στην αντιμετώπιση του καρκίνου του στομάχου με τη συμπληρωματική χημειο-

ακτινοθεραπεία (δηλαδή μετά την χειρουργική επέμβαση, τη χορήγηση χημειοθεραπείας ακολουθούμενη από ταυτόχρονη χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία και στη συνέχεια και πάλι χημειοθεραπεία).

Ενδείξεις για συμπληρωματική χημειο-ακτινοθεραπεία έχουν οι :

-Ασθενείς πού δεν έλαβαν προεγχειρητική χημειοθεραπεία και με όγκο Τ3, Τ4 ή/και θετικούς λεμφαδένες καθώς και σε επιλεγμένους ασθενείς (δηλαδή υψηλού κινδύνου, με υψηλό βαθμό κακοήθειας όγκο και λεμφαγγειακή ή περινευρική διήθηση στην ιστολογική εξέταση και ηλικία μικρότερη των 50 ετών) με Τ2 Ν0 νόσο

-Ασθενείς που έλαβαν προεγχειρητική χημειοθεραπεία αλλά κατά τη χειρουργική εξαίρεση δεν αφαιρέθηκε ολόκληρος ο όγκος

-Ασθενείς που για λόγους συνοσηρότητας (παρουσίας άλλων παθήσεων) δεν είναι σε θέση να χειρουργηθούν.

Το σχήμα που συχνότερα χρησιμοποιείται είναι το σχήμα MacDonald :

• 5-FU 425mg/m2, τις μέρες 1 έως 5, IV

Leucovorin 20mg/m2, τις μέρες 1 έως 5, IV

για 1 κύκλο, και ακολούθως μετά από 4 εβδομάδες:

• Ακτινοθεραπεία 45 Gy (1,8Gy/ημέρα) μαζί με:

5-FU 400mg/m2, IV

Leucovorin 20mg/m2, IV

τις 4 πρώτες και 3 τελευταίες μέρες της ακτινοθεραπείας

(ή εναλλακτικά 5-FU 200mg/m2 ημερησίως σε συνεχόμενη IV έγχυση κατά τη διάρκεια της ακτινοθεραπείας)

4 εβδομάδες μετά τη λήξη της ακτινοθεραπείας:

• 5-FU 425mg/m2, τις μέρες 1 έως 5, IV

Leucovorin 20mg/m2, τις μέρες 1 έως 5, IV

ανά 4 εβδομάδες, για 2 κύκλους

Συχνές παρενέργειες της ακτινοθεραπείας

Η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιεί κατευθυνόμενες και αόρατες δέσμες ενέργειας για την αντιμετώπιση του καρκίνου. Μπορεί να θεωρηθεί ως μια τοπική, αόρατη, και ιδιαίτερα έντονη"ακτίνα του ήλιου" που εστίασε στον καρκίνο. Δεν αποτελεί έκπληξη επομένως, ότι η πιο συχνή παρενέργεια της ακτινοθεραπείας είναι μια δερματική αντίδραση-βλάβη τύπου ηλιακού εγκαύματος.

Άλλες συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν την κόπωση και την ανορεξία. Σε μερικούς ανθρώπους, η θεραπεία με ακτινοβολία προκαλεί ελάχιστες ή δεν προκαλεί καμία παρενέργεια. Σε άλλους, οι παρενέργειες παρουσιάζονται πιο έντονες και σοβαρές. Οι παρενέργειες της ακτινοθεραπείας ποικίλλουν επομένως από άτομο σε άτομο, αλλά και με τον τύπο και τη θέση του καρκίνου που ακτινοβολείται, τη θεραπευτική δόση, και τη γενική κατάσταση της υγείας σας.

Η εμφάνιση των παρενεργειών, εάν αυτές παρουσιαστούν, συχνά αρχίζουν από τη δεύτερη ή την τρίτη εβδομάδα της θεραπείας και μπορεί να διαρκέσουν για αρκετές εβδομάδες μετά την τελευταία δόση ακτινοβολίας, σταδιακά μειούμενες, αν και υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση ανάλογα με τον τύπο της παρενέργειας.

Η χημειοθεραπεία για τον καρκίνο του στομάχου

Η χημειοθεραπεία κάνει χρήση αντικαρκινικών (κυτταροτοξικών) φαρμάκων με σκοπό να καταστρέψει τα καρκινικά κύτταρα τόσο στη περιοχή όπου πρωτοεμφανίστηκε ο όγκος όσο και στο υπόλοιπο σώμα μας, αφού ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των καρκινικών κυττάρων είναι η δυνατότητα που έχουν να αποκολλούνται από τον πρωτοπαθή όγκο και να διασπείρονται σε ολόκληρο τον οργανισμό (μετάσταση). Ακόμα και όταν ο καρκίνος διαγιγνώσκεται περιορισμένος στο στομάχι και δεν έχει δημιουργήσει μεταστάσεις εμφανείς στις απεικονιστικές εξετάσεις, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος ορισμένα καρκινικά κύτταρα να έχουν ξεφύγει από τον πρωτοπαθή όγκο προς άλλα σημεία του σώματος, χωρίς εμείς να έχουμε τη δυνατότητα να τα ανακαλύψουμε με τις σημερινές διαθέσιμες απεικονιστικές εξετάσεις, καθώς δεν θα έχουν ακόμα δημιουργήσει εστίες ικανού μεγέθους ώστε να μπορούν να ανακαλυφθούν.

Για το λόγο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό η χειρουργική εξαίρεση του καρκίνου να συνοδεύεται από τη χορήγηση χημειοθεραπείας, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου ολόκληρος ο όγκος έχει αφαιρεθεί και δεν υπάρχει πλέον καμία ένδειξη ύπαρξης καρκίνου στον οργανισμό.

Η χημειοθεραπεία αποτελεί μια «συστηματική θεραπεία», έχει δηλαδή τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει το καρκίνο σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος βρίσκεται, σε αντίθεση με τη χειρουργική επέμβαση και την ακτινοθεραπεία οι οποίες αποτελούν τις «τοπικές θεραπείες», έχουν δηλαδή τη δυνατότητα να ελέγξουν τον καρκίνο μόνο στη περιοχή όπου πρωτοεμφανίστηκε.

Ο στόχος της χημειοθεραπείας είναι να κάνει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ζημιά στα καρκινικά κύτταρα προκαλώντας ελάχιστη βλάβη σε υγιείς ιστούς.

Η χημειοθεραπεία είναι, επομένως, βασική θεραπεία για τον καρκίνο του στομάχου και μπορεί να δοθεί:

--Mε σκοπό την ίαση

Μαζί με την χειρουργική επέμβαση (συνήθως πριν και μετά από αυτή). Σε αυτή τη περίπτωση η χημειοθεραπεία δίνεται, παρότι δεν υπάρχουν πλέον εμφανείς εστίες καρκίνου, με σκοπό την αντιμετώπιση των μικρομεταστάσεων, όπως προαναφέρθηκε.

Ένα πρώτο σημαντικό βήμα στην φαρμακευτική θεραπεία (χημειοθεραπεία) για τον καρκίνο του στομάχου επιτεύχθηκε από τη χορήγηση του ECF θεραπευτικού σχήματος, όπως φάνηκε από τη μελέτη φάσης ΙΙΙ, MAGIC. Αυτή η μελέτη έδειξε ότι η χορήγηση χημειοθεραπείας με ECF πριν και μετά τη χειρουργική επέμβαση βελτιώνει σημαντικά την επιβίωση των ασθενών.

Έτσι, σύμφωνα πλέον με τις παγκόσμιες κατευθυντήριες οδηγίες οι ασθενείς με καρκίνο στομάχου και καρκίνο γαστροοισοφαγικής συµβολής, οι οποίοι μπορούν να υποβληθούν σε χειρουργική εξαίρεση του όγκου και είναι σταδίου ΙΙ ή ΙΙΙ, πρέπει να υποβληθούν σε τρεις προεγχειρητικούς κύκλους χημειοθεραπείας και τρεις ακόμα κύκλους μετά το χειρουργείο

Λίγα χρόνια αργότερα, ένας ακόμα συνδυασμός φαρμάκων (θεραπευτικό σχήμα FLOT: με φθοριοουρακίλη, οξαλιπλατίνη και δοσεταξέλη) δοκιμάστηκε σε ασθενείς με εξαιρέσιμο καρκίνο στομάχου σταδίου ΙΙ ή/και ΙΙΙ, και συγκρίθηκε με το έως τότε αποτελεσματικότερο θεραπευτικό σχήμα ECF. Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής ανέδειξαν το FLOT ως σημαντικά δραστικότερο, προσφέροντας καλύτερη συνολική επιβίωση, συγκριτικά με το ECF και με σαφώς λιγότερες παρενέργειες.

1. ECF

Επιρουβικίνη 50mg/m2, την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Σισπλατίνη 60mg/m2, την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 200mg/m2 πρωί- βράδυ χωρίς διακοπή, ημέρα 1-21

Κάθε 21 ημέρες. 3 κύκλοι πριν και 3 κύκλοι μετά το χειρουργείο

2. FLOT 

5-FU 2600 mg/m2 σε συνεχή ενδοφλέβια (IV) έγχυση για 24 ώρες την ημέρα 1

Λευκοβορίνη 200 mg/m2 την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV) 

Οξαλιπλατίνη 85 mg/m2 την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Δοσεταξέλη 50 mg/m2  την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

2. ECX

Επιρουβικίνη 50mg/m2, την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Σισπλατίνη 60mg/m2, την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Καπεσιταβίνη 625mg/m2 πρωί- βράδυ χωρίς διακοπή, ΡΟ

Κάθε 21 ημέρες 3 κύκλοι πριν και 3 κύκλοι μετά το χειρουργείο

3. EOX

Επιρουβικίνη 50mg/m2, την ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Οξαλιπλατίνη 130mg/m2, την ημέρα 2, ενδοφλεβίως (IV)

Καπεσιταβίνη 625mg/m2 πρωί- βράδυ χωρίς διακοπή, ΡΟ

Κάθε 21 ημέρες 3 κύκλοι πριν και 3 κύκλοι μετά το χειρουργείο

Η χορήγηση εισαγωγικής (προεγχειρητικής- neoadjuvant) χημειοθεραπείας και συμπληρωματικής χημειοθεραπείας (δηλαδή μετεγχειρητικής), χωρίς τη χρησιμοποίηση ακτινοθεραπείας (όπως προαναφέρθηκε στο τμήμα της ακτινοθεραπείας του καρκίνου του στομάχου), είναι τακτική που χρησιμοποιείται σε πολλά κέντρα της Ευρώπης και στην Ιαπωνία ενώ η μετεγχειρητική χημειο-ακτινοθεραπεία θεωρείται ως καθιερωμένη θεραπεία στις Η.Π.Α. Δεν υπάρχει σύγκριση των δύο πρακτικών σε μελέτες. Πιθανώς η μετεγχειρητική χημειο-ακτινοθεραπεία να έχει καλύτερο αποτέλεσμα σε ασθενείς με μη επαρκή χειρουργική εξαίρεση του όγκου.

--Ως παρηγορητική θεραπεία στο μεταστατικό καρκίνο 

Με σκοπό την ανακούφιση από τα συμπτώματα που προκαλεί η νόσος, τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής αλλά και την επιμήκυνση της επιβίωσης. Σε αυτή τη περίπτωση ο στόχος είναι να μειωθούν οι διαστάσεις και η έκταση του όγκου, και εάν αυτό επιτευχθεί, να προσπαθήσουμε να τον κρατήσουμε σταθερό εμποδίζοντας την εκ νέου ανάπτυξή του.

Τα σχήματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε αυτή τη περίπτωση είναι :

1. EOX

Επιρουβικίνη 50mg/m2, ενδοφλεβίως (IV)

Οξαλιπλατίνη 130mg/m2, ενδοφλεβίως (IV)

Καπεσιταβίνη 625 mg/m2, πρωί-βράδυ χωρίς διακοπή, PO

Κάθε 21 ημέρες

2. ECX

Επιρουβικίνη 50mg/m2, ενδοφλεβίως (IV)

Σισπλατίνη 60mg/m2, ενδοφλεβίως (IV)

Καπεσιταβίνη 625mg/m2, πρωί και βράδυ χωρίς διακοπή, PO

Κάθε 21 ημέρες

3. ECF

Επιρουβικίνη 50mg/m2, κάθε 21 μέρες, ενδοφλεβίως (IV)

Σισπλατίνη 60mg/m2, κάθε 21 ημέρες, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 200mg/m2 , καθημερινά, σε συνεχή ενδοφλέβια (IV) έγχυση

4. DCF

Σισπλατίνη 75mg/m2, ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Δοσεταξέλη 75mg/m2, ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 750mg/m2, ημέρες 1-5, ενδοφλεβίως (IV)

+ G-CSF

Κάθε 21 ημέρες

5. Τροποποιημένο DCF-1

Σισπλατίνη 75mg/m2, ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Δοσεταξέλη 85mg/m2, ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 300mg/m2/d, ημέρες 1-14 σε συνεχόμενη ενδοφλέβια IV έγχυση

Κάθε 21 ημέρες

6. Τροποποιημένο DCF-2

Σισπλατίνη 40mg/m2, ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Δοσεταξέλη 40mg/m2, ημέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

Λευκοβορίνη 400mg/m2, ημέρες 1, , σε δίωρη ενδοφλέβια IV έγχυση

5-FU 400mg/m2, μέρες 1, σε γρήγορη (10 λεπτών) ενδοφλέβια IV έγχυση, και ακολούθως

5-FU 2.000mg/m2, σε 48ωρη ενδοφλέβια έγχυση IV

Κάθε 15 ημέρες

7. CF(X)

Σισπλατίνη 80-100 mg/m2, μέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 1000mg/m2, μέρες 1-5, ενδοφλεβίως (IV)

(ή αντί για 5FU: Καπεσιταβίνη 1000 mg/m2, πρωί-βράδυ, ΡΟ, για 14 ημέρες

Κάθε 21 ημέρες

CF(X) + Transtuzumab

Σε ασθενείς με υπερέκφραση (3+ σε ανοσοϊστοχημεία) ή γονιδιακή ενίσχυση (FISH+) του HER2

Σισπλατίνη 80-100 mg/m2, μέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 1000mg/m2, μέρες 1-5, ενδοφλεβίως (IV)

(ή αντί για 5FU: Καπεσιταβίνη 1000 mg/m2, πρωί-βράδυ, ΡΟ, για 14 ημέρες

Herceptin 6mg/kg (πρώτη δόση 8mg/kg)

Κάθε 21 ημέρες

Χημειοθεραπεία συνιστάται μόνο για ασθενείς με κατάσταση ικανότητας (ECOG performance status) ≤2. Σε ηλικιωμένους ασθενείς και σε ασθενείς με κατάσταση ικανότητας 3-4 χρησιμοποιούνται σχήματα μόνο με 5-FU (όπως το De Gramont) ή υποστηρικτική μόνο αγωγή.

De Gramont

Leucovorin 200mg/m2, ημέρες 1, 2, σε 2ωρη ενδοφλέβια IV έγχυση, ακολουθούμενη από:

5-FU 400mg/m2, ημέρες 1, 2, ενδοφλέβια σε 10 λεπτών έγχυση (bolus IV), και ακολούθως:

5-FU 600mg/m2, ημέρες 1, 2, σε ενδοφλέβια IV έγχυση 22 ωρών

Κάθε 15 ημέρες

Η ανοσοθεραπεία στον καρκίνο του στομάχου

Οι αναστολείς ανοσολογικών σημείων ελέγχου αποτελούν σήμερα την πρώτη θεραπευτική επιλογή σε πολλούς τύπους καρκίνου όπως ο καρκίνος του πνεύμονα, το μελάνωμα, ο καρκίνος νεφρού και ορισμένοι γαστρεντερικοί τύποι καρκίνου. Τον Μάιο του 2017, η Υπηρεσία Τροφίμων και

Φαρμάκων (FDA) παρείχε τη πρώτη έγκριση σε αυτή την “οικογένεια” φαρμάκων , και πιο συγκεκριμένα στο pembrolizumab, για προχωρημένους όγκους οι οποίοι μοριακά χαρακτηρίζονται από αδρανοποίηση του συστήματος επιδιόρθωσης βλαβών του DNA (DNA mismatch repair, MMR) και επομένως υψηλή μικροδορυφορική αστάθεια (MSI High, MSI-H) και εφόσον δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς στην αρχική θεραπεία.

Αυτό σημαίνει ότι με τη διάγνωση ενός καρκίνου, όπως ο καρκίνος του στομάχου, πρέπει να ζητηθεί από τον ογκολόγο μαζί με το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης και ο μοριακός έλεγχος για  dMMR και MSI-H. Εφόσον ο έλεγχος αυτός αποβεί θετικός ο ασθενής θα έχει τη δυνατότητα να υποβληθεί σε ανοσοθεραπεία σε περίπτωση αποτυχίας της πρώτης γραμμής θεραπείας.

Οι όγκοι που χαρακτηρίζονται από dMMR περιέχουν χιλιάδες μεταλλάξεις που οδηγούν στη παραγωγή μεταλλαγμένων πρωτεϊνών στα καρκινικά κύτταρα οι οποίες θα μπορούσαν να αναγνωριστούν και να γίνουν “στόχοι” του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Όμως η ύπαρξη και η λειτουργία κάποιων πρωτεϊνών υποδοχέων στην επιφάνεια του καρκινικού κυττάρου (PD-L1 και PD-L2) μπορούν να αναστείλουν την ανοσολογική απάντηση μέσω της σύνδεσης τους με άλλες πρωτεΐνες υποδοχείς που βρίσκονται στην επιφάνεια των κυττάρων του ανοσοποιητικού μας συστήματος (PD-1). Το σύστημα αυτών των υποδοχέων και των αλληλεπιδράσεων τους υπάρχει και έχει διατηρηθεί στην εξέλιξη του ανθρώπου με σκοπό να προστατεύει τα κύτταρα του σώματος μας από το ίδιο μας το ανοσοποιητικό σύστημα.

Μεγάλες μελέτες έδειξαν ότι ασθενείς με καρκίνο στομάχου και καρκίνο γαστροοισοφαγικής συµβολής που χαρακτηρίζονται από dMMR ή/και MSI-

H, ανταποκρίθηκαν στην ανοσοθεραπεία με pembrolizumab σε ποσοστό 60% (δηλαδή 6 στους 10 ασθενείς επωφελήθηκαν σε κάποιο βαθμό).

Το pembrolizumab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που έχει τη δυνατότητα να προσδένεται στον υποδοχέα PD-1 αποτρέποντας την αλληλεπίδραση με τους υποδοχείς PD-L1 και PD-L2 των καρκινικών κυττάρων και επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο στα κύτταρα του ανοσοποιητικού να αναγνωρίσουν και να θανατώσουν τα καρκινικά κύτταρα.

Η ανοσοθεραπεία συνοδεύεται από παρενέργειες που οφείλονται στην “απελευθέρωση” του ανοσοποιητικού μας συστήματος, το οποίο επιτίθεται πλέον και στα φυσιολογικά κύτταρα του οργανισμού μας, είναι διαφορετικές από εκείνες που παρατηρούνται στην χημειοθεραπεία και δυστυχώς είναι συχνά θανατηφόρες.

Για τον λόγο αυτό οι ογκολόγοι πρέπει να βρίσκονται σε στενή επαφή με τον ασθενή και να τον παρακολουθούν κλινικά σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Οι ασθενείς θα πρέπει επίσης να ενημερώνονται από τους θεράποντες ογκολόγους για τις πιθανές παρενέργειες, τον τρόπο εμφάνισης και τον τρόπο αντιμετώπισης  τους. Η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων αυτών είναι βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της ανοσοθεραπείας και την αποφυγή θανατηφόρων ανεπιθύμητων ενεργειών.

Οι ασθενείς που παρουσιάζουν απειλητικές για τη ζωή τους παρενέργειες θα πρέπει να διακόψουν την αγωγή τους να ξεκινήσουν θεραπεία με κορτικοστεροειδή. Η οποιαδήποτε παρέμβαση στη θεραπευτική αγωγή πρέπει να γίνεται μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του ογκολόγου και το οποιοδήποτε νέο σύμπτωμα κατά τη διάρκεια της αγωγής πρέπει επίσης να αναφέρεται στον θεράποντα ογκολόγο.

 Στοχευμένη θεραπεία για τον καρκίνο του στομάχου

Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα (μελέτη ToGA) ασθενείς με όγκους που υπερεκφράζουν τον υποδοχέα HER2 στα καρκινικά κύτταρα (από την

ιστολογική εξέταση του όγκου) ωφελούνται από τη στοχευμένη μοριακή θεραπεία με την προσθήκη του Herceptin σε συνδυασμό με χημειοθεραπευτικά σχήματα χωρίς ανθρακυκλίνη και στη δόση που χορηγείται στον καρκίνο του μαστού (6 mg/Kg ανά 3 εβδομάδες).

Το θεραπευτικό σχήμα που χρησιμοποιείται είναι:

CF(X) + Transtuzumab

Σε ασθενείς με υπερέκφραση (3+ σε ανοσοϊστοχημεία) ή γονιδιακή ενίσχυση (FISH+) του HER2

Σισπλατίνη 80-100 mg/m2, μέρα 1, ενδοφλεβίως (IV)

5-FU 1000mg/m2, μέρες 1-5, ενδοφλεβίως (IV)

(ή αντί για 5FU: Καπεσιταβίνη 1000 mg/m2, πρωί-βράδυ, ΡΟ, για 14 ημέρες

Herceptin 6mg/kg (πρώτη δόση 8mg/kg)

Κάθε 21 ημέρες

Σε μια άλλη μελέτη, τη μελέτη RAINBOW, διερευνήθηκε η αποτελεσματικότητα του Cyramza σε συνδυασμό με πακλιταξέλη σε ασθενείς με τοπικά υποτροπιάζοντα και ανεγχείρητο ή μεταστατικό γαστρικό καρκίνο, μετά από χημειοθεραπεία που περιείχε πλατίνη και φθοριοπυριμιδίνη, με ή χωρίς ανθρακυκλίνη

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης, η συνολική επιβίωση ήταν στατιστικά σημαντικά βελτιωμένη στους ασθενείς που έλαβαν Cyramza σε συνδυασμό με πακλιταξέλη. Επίσης, η ελεύθερη εξέλιξης της νόσου επιβίωση ήταν στατιστικά σημαντικά βελτιωμένη στους ασθενείς που έλαβαν Cyramza σε συνδυασμό με πακλιταξέλη.

Έτσι, το Cyramza (ramucirumab) έλαβε έγκριση για την αντιμετώπιση του καρκίνου του στομάχου που έχει υποτροπιάσει μετά την αρχική θεραπεία και αποτελεί μια εναλλακτική και αποτελεσματική λύση για δεύτερης γραμμής θεραπεία. 

Το θεραπευτικό σχήμα που χρησιμοποιείται είναι:

Cyramza 8mg/m2 ενδοφλεβίως, τις ημέρες 1 και 15

Πακλιταξέλη 80mg/m2 ενδοφλεβίως, τις ημέρες 1, 8 και 15

κάθε 28 ημέρες

Η αντιμετώπιση του καρκίνου του στομάχου ανάλογα με το στάδιο και τη δυνατότητα ή όχι χειρουργικής

εξαίρεσης του όγκου (λόγω μεγάλης έκτασης ή συνοσηρότητας)

Για ασθενείς σε καλή φυσική κατάσταση και που είναι επομένως σε θέση να χειρουργηθούν:

-Με όγκους που μπορούν να εξαιρεθούν χειρουργικά (δηλαδή περιορισμένης έκτασης):

Τ1, Ν0 (δείτε σταδιοποίηση)

Χειρουργική εξαίρεση του όγκου χωρίς τη χορήγηση χημειοθεραπείας ή ακτινοθεραπείας και στη συνέχεια τακτική, προσεκτική και σωστή παρακολούθηση για ολόκληρη τη ζωή.

Τ2 και άνω

Τρείς κύκλοι προεγχειρητικής χημειοθεραπείας με σκοπό να χορηγηθούν ακόμα τρείς κύκλοι μετά από μια σωστή και ολοκληρωμένη χειρουργική εξαίρεση.

- Με όγκους που ΔΕΝ μπορούν να εξαιρεθούν χειρουργικά:

(οι όγκοι που δεν μπορούν να εξαιρεθούν χειρουργικά είναι αυτοί που είναι τοπικά ιδιαίτερα εκτεταμένοι με διήθηση απομακρυσμένων

ομάδων λεμφαδένων ή διήθηση μεγάλων αγγείων και οι μεταστατικοί όγκοι ή αυτοί που έχουν διασπαρεί στο περιτόναιο)

Οι όγκοι αυτοί αντιμετωπίζονται απευθείας με χημειο-ακτινοθεραπεία ή μόνη χημειοθεραπεία.

Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, πραγματοποιείται έλεγχος με αιματολογικές εξετάσεις και αξονική τομογραφία. Υπάρχει η πιθανότητα ο όγκος να έχει ανταποκριθεί στη θεραπεία σε τέτοιο βαθμό, που πλέον να μας επιτρέπεται η χειρουργική του εξαίρεση. Σε αυτή τη περίπτωση ο όγκος αφαιρείται και η συνέχεια θα εξαρτηθεί από τα χειρουργικά ευρήματα. Εάν η ανταπόκριση στη θεραπεία δεν είναι η αναμενόμενη, μετά την ολοκλήρωσή της θα ακολουθήσει τακτική παρακολούθηση εάν η νόσος παραμένει τουλάχιστον σταθερή ή περαιτέρω χημειοθεραπεία εάν η νόσος επιδεινώνεται.

Για ασθενείς σε κακή φυσική κατάσταση και που δεν είναι επομένως σε θέση να χειρουργηθούν:

Οι όγκοι αυτοί αντιμετωπίζονται απευθείας με χημειοακτινοθεραπεία ή μόνη χημειοθεραπεία.

Εάν μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας υπάρχει βελτίωση της φυσικής κατάστασης του ασθενούς, θα οδηγηθεί σε χειρουργική εξαίρεση του όγκου. Εάν δεν υπάρχει βελτίωση της φυσικής κατάστασης, μετά την ολοκλήρωσή της θεραπείας, θα ακολουθήσει τακτική παρακολούθηση εάν η νόσος παραμένει τουλάχιστον σταθερή ή περαιτέρω χημειοθεραπεία εάν η νόσος επιδεινώνεται.

Μετά τη χειρουργική εξαίρεση του όγκου:

Για τους ασθενείς που δεν έλαβαν καμιά θεραπεία προεγχειρητικά:

Τ1, Ν0

Τακτική, προσεκτική και σωστή παρακολούθηση για ολόκληρη τη ζωή.

Τ2 και άνω

Η θεραπεία θα ολοκληρωθεί με χημειοακτινοθεραπεία.

Για τους ασθενείς που έλαβαν 3 κύκλους προεγχειρητικής χημειοθεραπείας:

Σε αυτή τη περίπτωση εφόσον τα χειρουργικά όρια είναι ελεύθερα νόσου θα συνεχιστεί η χημειοθεραπεία με ακόμα τρείς μετεγχειρητικούς

κύκλους (χειρουργικά όρια ελεύθερα νόσου σημαίνει ότι δεν υπάρχει παρουσία καρκινικών κυττάρων στο σημείο του στομάχου όπου έγινε η τομή από τον χειρουργό για να αφαιρεθεί ο όγκος. Ο χειρουργός πρέπει να κάνει την τομή σε υγιή ιστό, και να απέχει 4 εκατοστά από τον όγκο).

Εάν τα χειρουργικά όρια είναι θετικά (με παρουσία δηλαδή καρκινικών κυττάρων) τότε η συνέχεια της θεραπείας θα γίνει με χημειοακτινοθεραπεία γιατί σε αυτή τη περίπτωση υπάρχει κίνδυνος

-για τοπική υποτροπή (δηλαδή επανεμφάνιση του καρκίνου στη περιοχή του στομάχου) την οποία προλαμβάνει και η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία και

-για απομακρυσμένη υποτροπή (δηλαδή επανεμφάνιση του καρκίνου σε άλλα όργανα του σώματος) την οποία προλαμβάνει μόνο η χημειοθεραπεία.

Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας

Εξίσου σημαντική, όσο και η σωστή θεραπευτική αγωγή είναι η σωστή παρακολούθηση του ασθενούς μετά την ολοκλήρωση αυτής. Δυστυχώς, η νόσος, ακόμα και μετά τη βέλτιστη αντιμετώπιση και ανταπόκριση, μπορεί να επανεμφανιστεί (υποτροπή). Η επανεμφάνιση αυτή είναι είτε τοπική δηλαδή στη περιοχή του στομάχου είτε μεταστατική δηλαδή σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του σώματος.

Είναι απίθανο να μπορέσουμε να εντοπίσουμε τη χρονική στιγμή της υποτροπής αλλά φαίνεται πώς αυτή παρουσιάζεται στις περισσότερες περιπτώσεις μέσα στα πρώτα 5 έτη. Η εντατική και σωστή παρακολούθηση επομένως μέσα σε αυτό κυρίως το χρονικό διάστημα από τον ογκολόγο σας, θα επιτρέψει την έγκαιρη ανακάλυψη της πιθανής επανεμφάνισης της νόσου, δίνοντάς μας τη δυνατότητα της εκ νέου ουσιαστικής αντιμετώπισης της.

Μετά την ολοκλήρωση, επομένως, της αγωγής ο ογκολόγος σας θα πρέπει να σας παρακολουθεί με αιματολογικές εξετάσεις, φυσική εξέταση, ενδοσκοπικό έλεγχο και αξονική τομογραφία κοιλίας και θώρακος κάθε 6 μήνες για 2 χρόνια. Εφόσον δεν ανιχνεύεται πλέον νόσος, ο έλεγχος αυτός θα συνεχίσει να γίνετε μια φορά το χρόνο. Φυσικά το πρόγραμμα αυτό θα μεταβληθεί εάν παρουσιάσετε, ανάμεσα σε δύο διαδοχικά ραντεβού, συμπτώματα που σας ανησυχούν και μπορεί να υποδεικνύουν επανεμφάνιση της νόσου.

Η θεραπεία για τον καρκίνο του στομάχου αρχικού σταδίου θεωρείτε επιτυχημένη εάν μετά την ολοκλήρωση της αγωγής, οι εξετάσεις δείχνουν ότι δεν υπάρχει πλέον νόσος στη περιοχή του στομάχου και της κοιλιάς ή σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του σώματος.

Στην περίπτωση του μεταστατικού καρκίνου του στομάχου η επιτυχία της θεραπείας εξαρτάται από το ποσοστό συρρίκνωσης του όγκου και την εξάλειψη των συμπτωμάτων που μπορεί να οφείλονται σ’ αυτή, καθώς η πλήρης εξαφάνιση της νόσου θεωρείται απίθανη.

Σκοπός του ελέγχου μετά την ολοκλήρωση της αγωγής, είναι :

-η έγκαιρη διάγνωση μιας πιθανής υποτροπής (επανεμφάνισης) της νόσου η οποία θα μας δώσει τη δυνατότητα μιας πιο αποτελεσματικής αντιμετώπισης αλλά και

-η έγκαιρη διάγνωση ενός δεύτερου πρωτοπαθούς όγκου δηλαδή ενός καρκίνου ο οποίος δεν έχει σχέση με τον προηγούμενο.

Ο ογκολόγος σας, σύμφωνα με τη γενική κατάσταση της υγείας σας, το στάδιο της νόσου, την αγωγή που σας δόθηκε, τις δικές σας προτιμήσεις και άλλα, θα καθορίσει το καλύτερο πρόγραμμα παρακολούθησης.

Η αυστηρή τήρηση του χρονοδιαγράμματος θα παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της πάθησης και φυσικά τόσο στο χρόνο επιβίωσης όσο και την ποιότητα ζωής.

Είναι σημαντικό, αφού ολοκληρώσετε την θεραπεία σας να ασχοληθείτε με τον εαυτό σας και να αποκτήσετε έναν υγιή τρόπο ζωής με :

-υγιεινή διατροφή

-διατήρηση σε φυσιολογικά επίπεδα του σωματικού σας βάρους

-άσκηση

-περιορισμό της κατανάλωσης αλκοόλ

-διακοπή καπνίσματος.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη λήψη αποφάσεων σε ότι αφορά τη θεραπεία, τις παρενέργειες της θεραπείας και συμβουλές αντιμετώπισής τους θα βρείτε στο τμήμα μας χημειοθεραπεία και παρενέργειες της θεραπείας.